Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα σύγχρονη ζωή. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα σύγχρονη ζωή. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 26 Ιουνίου 2007

ΤΡΑΠΕΖΑΚΙΑ ΕΞΩ

Δίπλα από τα Δικαστήρια της Ευελπίδων στην Αθήνα, μεταξύ Κυψέλης και Γκύζη και πάνω από το υπόγειο μέρος της οδού Μουστοξύδη, υπάρχει ίσως η μεγαλύτερη πλατεία της πρωτεύουσας, η Πλατεία Πρωτομαγιάς που ενώνεται με το Πεδίον του Άρεως και το πάρκο της Σχολής. Δεν είναι ιδιαίτερα γνωστή πλατεία, είναι όμως μια όαση για την πιο πυκνοκατοικημένη περιοχή της Ελλάδας, την Κυψέλη. Εκεί τρέχουν όταν γίνεται σεισμός, εκεί παίζουν μπάλα τα παιδιά, εκεί βγάζουν βόλτα τα σκυλάκια, εκεί μαθαίνουν οι έφηβοι ποδήλατο και μηχανάκι, εκεί κάνουν τη βόλτα τους οι γέροι και γενικά είναι γεμάτη ζωή.

Όμως τα παγκάκια είναι ξηλωμένα κατά 90%, το βράδυ ο χώρος δεν φωτίζεται καθόλου παρά μόνο κοντά στο καφενείο που νέμεται ένα μεγάλο μέρος της (αλλά ακόμη σε ανεκτά επίπεδα), το πράσινο επάνω στην πλατεία έχει αποψιλωθεί και υπάρχουν αρκετές παγίδες από κατεστραμμένη πλακόστρωση (ευτυχώς έφτιαξαν πρόσφατα κάποια ανοικτά φρεάτια γιατί θα είχαμε θύματα).

Τι επιφυλάσσουν όμως ο αναπτυξιακός οίστρος της αυτοδιοίκησης (δημοτικής και νομαρχιακής) σε αυτή την πολύτιμη για τους πολίτες πλατεία;

Τα προηγούμενα χρόνια η νομαρχία έδωσε την πλατεία Πρωτομαγιάς 4-5 φορές για εμπορικά παζάρια και εκθέσεις, 2-3 σε πολιτικά κόμματα και οργανώσεις και πρόσφατα για συναυλίες. Όσες εκδηλώσεις ήταν ανοικτές στο κοινό και ήπιες πήγαν σχετικά καλά αν και δεν είναι πολύ γνωστός ο χώρος. Οι εμπορικές χρήσεις όμως απέτυχαν παταγωδώς. Οι φορείς που τις διοργάνωναν κάλυψαν ανεξέλεγκτα όλο τον ελεύθερο χώρο ώστε να μην μπορεί κανένας να περάσει, πόσο μάλλον να παίξουν παιδιά, απώθησαν δηλαδή τους περαστικούς αντι να τους καλοδεχθούν. Επίσης πάρκαραν τα αυτοκίνητά τους μέσα στο πράσινο και γενικότερα άφησαν έναν πολύ χειρότερο χώρο όταν έφυγαν (ιδιαίτερα οι chic βιβλιοπώλες). Οι αρχές φρόντιζαν μάλιστα να παραχωρούν το χώρο τις αργίες των Χριστουγέννων και του Πάσχα, τότε ακριβώς που τα παιδιά είχαν ανάγκη να παίξουν. Ευτυχώς αυτή η χρήση μας τέλειωσε γιατί οι πωλήσεις πήγαν χάλια και η Κυψέλη δεν είναι γειτονιά πλουσίων ή έστω κορόϊδων. Τώρα ακούγεται ότι η πλατεία θα δοθεί σε ιδιώτες προς «αξιοποίηση» με καφενεία και εστιατόρια.

Όλη η Ελλάδα γέμισε εστιατόρια και καφενεία, δεν μπορείς να σταθείς καν σε ανοικτό χώρο αν δεν πληρώσεις αυτό το ιδιότυπο χαράτσι που έχουν επιβάλει οι τοπικές αρχές, τρομάρα τους, σε όλους μας. Θέλεις να πάρεις λίγο αέρα, θέλεις να παίξει το παιδί σου; Θα πληρώσεις στον καφετζή δέκα ευρώ για να μπορέσει να του πάρει τα τρία ο Δήμαρχος. Διαβάστε αυτό το post για την Κόρινθο και θα συμφωνήσετε ότι το σχέδιο είναι γενικής εφαρμογής και καλά οργανωμένο.

Ξαναγυρνώντας στην δική μου πλατεία θέλω να σημειώσω κάτι που γίνεται εδώ και αρκετό καιρό σε μια απόμερη και δροσερή γωνιά της. Μετανάστες κάποιας ηλικίας, κυρίως από την Αλβανία, έχουν φέρει τις δικές τους καρέκλες και τραπέζια, μαζεύονται το απόγευμα όταν δροσίζει και παίζουν τάβλι και σκάκι. Γύρω τους μαζεύονται οι οικογένειές τους, ενώ παραδίπλα και πιο αργά το βράδυ οι νεώτεροι. Κάποιοι αντιμετωπίζουν αυτή τη αυτοσχέδια γωνιά των μεταναστών με καχυποψία, το Πεδίον του Άρεως έχει έτσι κι αλλιώς πολλές κακόφημες γωνιές (αλλά για φωτισμό κουβέντα!). Εγώ λέω ότι είναι απαράδεκτο οι πολίτες αυτής της πόλης, Έλληνες και ξένοι, να μην έχουν έναν ελεύθερο δημόσιο χώρο για να συναντώνται, με δροσιά, θέα και στοιχειώδη εξοπλισμό στον οποίον να μην είναι υποχρεωμένοι να πληρώσουν (γιατί έτσι κι αλλιώς πληρώνουν αλλιώς). Οι συμπολίτες μας μετανάστες, έστω εξ ανάγκης, μας δείχνουν το δρόμο: να διεκδικήσουμε αυτό που μας ανήκει, να βγάλουμε τα δικά μας τραπεζάκια έξω!

Παρασκευή 15 Ιουνίου 2007

ΑΝΘΡΩΠΟΙ SPAM

Ένας ουσιώδης όρος για να μπορεί ο κάθε άνθρωπος να ισορροπήσει και να κοινωνικοποιηθεί ομαλά είναι το βαθύτερό του αίσθημα ότι είναι με κάποιο τρόπο αναγκαίος, χρήσιμος σε λίγους ή σε περισσότερους, δεν έχει σημασία.

Το πρόβλημα για το σύγχρονο άνθρωπο είναι ότι σε συνθήκες υπερπληθυσμού και υπερπροσφοράς ανθρώπινου δυναμικού αισθάνεται ότι δεν είναι πια απαραίτητος στο κοινωνικό σύνολο, ότι αυτά που σκέφτεται και νοιώθει, τα μηνύματα που στέλνει στον περιβάλλον του απορρίπτονται λίγο-πολύ ως άχρηστα, αλληλοακυρωμένα μέσα σ’ ένα ιλιγγιώδες σε μέγεθος ποσό πληροφοριών. Οι ικανότητές του δεν αναγνωρίζονται και το χειρότερο δεν αξιολογούνται καν τις περισσότερες φορές, οδηγώντας τον σε προσωπικό και κοινωνικό αδιέξοδο.

Η γενιά της μέσης ηλικίας πετάγεται με σκληρότητα έξω από την αγορά εργασίας ή αναμένει καρτερικά τη σύνταξη παροπλισμένη, ενώ η νεότερη γενιά ίσως και να μην μπορέσει ποτέ να μπει. Είναι εμφανής η διαφορά από την πρώτη μεταπολεμική γενιά που δοκίμασε στη πράξη τις δυνατότητές της κι ένοιωσε τη χαρά να ξανακτίσει τον κόσμο από την αρχή, όσο κι αν είχε πληρώσει βαρύ τίμημα.

Εξελισσόμαστε σ’ ένα νέο είδος, τους ανθρώπους spam που αγωνίζονται τις περισσότερες φορές χωρίς πιθανότητες να ξεχωρίσουν μέσω της «επιτυχίας» (διάβαζε «επωνυμίας»). Κάποιοι θα τα καταφέρουν, όχι γιατί είναι ικανότεροι, ούτε γιατί προσπαθούν περισσότερο. Συνήθως το διαβατήριο είναι ένα ‘καλό’ όνομα ή/και μερικές ασύμμετρες συγκυρίες.

Μέσα σε αυτή τη διαδικασία της διαλογής σε ‘ευπρόσδεκτους’ και ‘ανεπιθύμητους’, φουντώνει το αίσθημα της αδικίας, της απελπισίας και της αντι-κοινωνικότητας αφού έτσι κι αλλιώς η τράπουλα είναι σημαδεμένη.

Τι σχέση έχουν όλα αυτά με την πολιτική και την αριστερά; Καμία…

Κυριακή 15 Απριλίου 2007

ΚΑΤΟΠΙΝ ΕΟΡΤΗΣ

Ένας φίλος μου σιχαίνεται τις γιορτές. Υποθέτω ότι δεν είναι ο μόνος. Κάθε φορά που συναντιόμαστε Χριστούγεννα ή Πάσχα είναι τόσο τσατισμένος με την υποχρεωτικά ‘χαρούμενη’ ατμόσφαιρα των γιορτών που σε κάνει να θέλεις να τις υπερασπιστείς.

Δεν καταλαβαίνει γιατί θα πρέπει τα Χριστούγεννα να ανταλλάξει ένα σωρό άχρηστα δωράκια, να ξενυχτήσει παρέα με ανθρώπους που δεν εκτιμά ιδιαίτερα, να φιλήσει σταυρωτά ένα τσούρμο συγγενείς πριν και μετά τη θυσία της γαλοπούλας, να ευχηθεί για μια νέα χρονιά που δεν υπάρχει περίπτωση να είναι καλύτερη. Το Πάσχα είναι ακόμη χειρότερα. Κάτι η άνοιξη, κάτι το overdose της ‘κατάνυξης’ είναι και το αρνί που είναι μεγαλύτερο απ’ τη γαλοπούλα και τρελαίνεται, χλομιάζει απ’ το κακό του και κάνει ακριβώς ότι και οι άλλοι.

Την τελευταία φορά που βρεθήκαμε τη μεγάλη βδομάδα, προσπάθησα να τον πείσω ότι οι τελετουργίες είναι χρήσιμες στην κοινωνία γιατί η μίμηση και η επανάληψη των ίδιων ενεργειών, με τον ίδιο τρόπο, σε τακτά χρονικά διαστήματα δίνει στον άνθρωπο την ασφάλεια της σταθερότητας του έξω κόσμου.

Οι μεγάλες γιορτές συνδέονται με τη φύση, γίνονται περίπου τις ίδιες μέρες αναλλοίωτα μέσα στο χρόνο και τις θρησκείες ακόμη και τις εθνικές επετείους. Στην αρχή του χειμώνα (Ραμαζάνι), στο μέσον του χειμώνα (Λήναια στην αρχαία Αθήνα, μεγάλες γιορτή του θεού Ήλιου και γενέθλια του Μίθρα στην αρχαία Ρώμη, Χριστούγεννα, Μπαϊράμι) στην αρχή της άνοιξης (Εβραϊκό Πάσχα, Μεγάλα Διονύσια με τους τραγικούς αγώνες στην αρχαία Αθήνα, Χριστιανικό Πάσχα) στο μέσο του καλοκαιριού (Παναθήναια), στο τέλος του καλοκαιριού (Μεγάλα Ελευσίνια, Δεκαπενταύγουστος) κλπ. Είναι περισσότερο συνδεδεμένες με την αγροτική φάση της κοινωνίας και η αναπόφευκτη προσαρμογή τους στις σύγχρονες αστικές συνήθειες είναι κατά βάση εμπορική. Τα Χριστούγεννα ξεστοκάρονται κυρίως είδη και το Πάσχα τρόφιμα (συμπεριλαμβανομένων και των νηστίσιμων). Είναι φυσικό, αφού στις πόλεις τίποτα δεν μας κάνει να γιορτάζουμε την αλλαγή των εποχών ούτε να ζητάμε την εύνοια των θεών για τη σοδιά μας. Στρεφόμαστε σε αυτό που κάνουμε καλύτερα, που μας κρατάει ζωντανούς και μας κάνει να ελπίζουμε ακόμη, την κατανάλωση.

Ακόμα κι έτσι όμως, κάποιοι από μας είμαστε πιο συνειδητά προσαρμοσμένοι στη θεατρική αναπαράσταση των ‘παραδοσιακών’ εθίμων, κάποιοι άλλοι. ψάχνοντας να βρούμε το χαμένο μας ρόλο που έχουμε ανάγκη, στεκόμαστε αμήχανα απ’ έξω κουνώντας χεράκια-ποδαράκια στο ρυθμό των εμπόρων (συμπεριλαμβανομένων και των παπάδων) που κάνουν οι άμοιροι νοερά υπολογισμούς στο μυαλό τους αν θα ρεφάρουν, γι’ αυτό και φαίνονται λίγο απόκοσμοι…

Δεν είναι καθόλου κακό οι τελετουργίες των γιορτών να έχουν αξία για μια ομάδα ανθρώπων, ή του ποδοσφαίρου για μια άλλη, ή η τελετουργία της ‘επανάστασης’ με τις εθιμικές πορείες σε μια τρίτη. Το δύσκολο είναι να βρεις μια δικιά σου να συμμετάσχεις -όχι μια μικρή καθημερινή γιατί τέτοιες έχουμε πολλές- αλλά μια μεγάλη που θα σε κάνει να νοιώσεις ασφάλεια μέσα στην επανάληψή της, να πάρεις ένα τόσο δα μικρό ρόλο σε μια μεγαλεπήβολη παράσταση, να νοιώσεις για μια στιγμή αθάνατος, ξανά και ξανά!

Βοήθησα το φίλο μου να νοιώσει καλύτερα; Δεν ξέρω, είχε ήδη φύγει για το χωριό…